Thursday, March 29, 2007

Monday, March 26, 2007

ΥΠΕΡΟΧΗ ΜΕΡΑ, ΟΜΟΡΦΗ ΠΟΛΗ...


Η μέρα ήταν υπέροχη
-έτσι μου είπαν κάποιοι περαστικοί-
Κάτι λουλούδια ξεχάστηκαν και άνθισαν
Και όσα πουλιά γλίτωσαν τις πέτρες
Βρήκαν το κουράγιο να κελαηδήσουν
Στην άκρη του δρόμου πέντε παιδιά
Παίζουν κρυφτό με το χρόνο
Κι ένα ζευγάρι γέρικα χέρια
Αναζητούν στα σκουπίδια μιαν ανάμνηση ζωής
Δυο ερωτευμένοι με μάτια θολωμένα
Από την τρέλα του ανέφικτου
Σ’ ένα παγκάκι σωριασμένες ελπίδες
Που ταξίδεψαν μέχρι τον πάτο
Ενός γυάλινου μπουκαλιού μπύρας
Εκκωφαντικές σειρήνες καταδιώκουν
Κάποιον που έκλεψε ένα όνειρο
Τσαλακωμένα φύλλα εφημερίδας,
Γράμματα που δεν στάλθηκαν ποτέ,
Μεταλλικά κουτιά ενός μεγαλόπρεπα ανόητου πολιτισμού
Βήματα φοβισμένα, βήματα βιαστικά
Στην καρδιά ενός κοπαδιού με άσπρο τρίχωμα
Και μαύρα σωθικά
Οι καμινάδες ενός εργοστασίου που ξερνάνε
Την καπνισμένη αγωνία των εργατών
Οι χαμηλές στέγες των σπιτιών
Που σκεπάζουν τόσες διαψευσμένες ευτυχίες
Στην καρδιά του πλήθους
Εγώ
Αβάσταχτα μόνη
Φωτεινές πινακίδες νέον
Μουσικές από έναν αόρατο θίασο
Μάτια τρομαγμένα, μάτια δακρυσμένα
Μάτια κόκκινα
Ατσάλινα κάγκελα και λευκοί τοίχοι
Ο καθρέφτης που δεν τολμάμε να κοιτάξουμε
Ένα άδειο πακέτο Μάλμπορο
Στο παλιό λιμάνι γέρικα σκυλιά και ξεχασμένες αποσκευές
και ναυάγια ποιημάτων που δε γράφτηκαν ποτέ
Στέκομαι στην προβλήτα
Εγώ
Λυπημένη
Όπως άλλοτε
Όπως πάντα
Ν' αδειάζω τη στάχτη μου στην αφρισμένη θάλασσα
Να σκέφτομαι…
Υπέροχη μέρα, όμορφη πόλη
Να πεθάνει κανείς





Monday, March 19, 2007

ΕΙΣΟΔΟΣ (Ν.ΚΑΡΟΥΖΟΣ)

Είναι μια θύρα
στα μάτια κάθε νεκρού
με καίει τρόμος απ' την ηλικία
των λουλουδιών έτσι γρήγορα που φεύγουν
έτσι γρήγορα είναι μια θύρα βαμμένη με τη σιωπή
κι ο θάνατος μονόλιθος.

Κράζει τ' αηδόνι μαύρος κόρακας και θέλει τη φωνή του
μα δεν έχει γλώσσα η δεύτερη ζωή μας. Καλή νύχτα,
που λέει ο θεατρίνος ή ο ψευδοσκότεινος, δεν υπάρχει
κι ούτε νύχτα κακή κι ακόμη ούτε νύχτα
είναι μονάχα το Δεν το Μη και τ' Όχι σαν καρπός
του δέντρου με τ' όνομα Εγώ και τ' άλλο τ' όνομα Ταξιδεύω
κι όλα τα λόγια μας εδώ
φενάκη κι εσωτερικά τηλέφωνα
είναι μια θύρα φοβερή
γι' αυτό κρατούμε τουφέκι το τραγούδι:
Μια θύρα, θύρα η γκρέμιση
το σάλιο του χελιδονιού που φτιάχνει με τα φρύγανα
στα δέντρα ουράνιες φωλιές.
Και χωρίζουμε σε φως και σκοτάδι το Ένα.
Χωρίζουμε τον Οδυρμό σε τύφλωση και θυσία.

Tuesday, March 13, 2007

ΟΔΥΣΣΕΙΑ



Ένα τύμπανο άγρυπνο,

μια σάλπιγγα που ηχεί την αγωνία

Μια κουρελιασμένη σημαία

χορεύει με τον άνεμο

Η ροή του ποταμού που αναταράσσει

Σκοτάδι και πένθος και φόβο και αίμα

Χρόνια πολιορκούσα την Τροία

Μα Τροία δεν υπήρχε

Ένας παγωμένος κύκλος

χειμώνα και μοναξιάς

Και πάλι χειμώνα

Με το νερό που αναβλύζει

από τα σφαλισμένα βλέφαρα

Να ξεπλένω τις λιπόθυμες μνήμες μου

Κι ήταν όμορφα τα μάτια της Ελένης

Τους άξιζε θαρρώ ένας πόλεμος...

Στην άκρη της καταστροφής ρίχνομαι, ψάχνω

Για χρόνια, για μια στιγμή, ποιος ξέρει

Ένα πρόσωπο ηλιοφώτιστο στη νύχτα της ασχήμιας

Τα δέντρα και τη θάλασσα μιας γνώριμης Ιθάκης

Περίλυπη σκύβει η νοσταλγία στα γόνατα της ψυχής μου

Περικυκλωμένη από το θάνατο, κατατρεγμένη από την τρέλα

Ντυμένη το χρώμα της απώλειας,

είκοσι σαρκοβόρα χρόνια

Με πέτρινα δάκρυα

και ερημωμένες σκέψεις

Πόλεις και ονόματα και βαριοί ίσκιοι

Όλα στο μέτωπό μου κυλούν και θρυμματίζονται

Τα χείλη μου στεγνώνουν πια απ' την αλμύρα

Και η ελπίδα είναι βαρύ φορτίο για το καράβι μου

Δέρματα, φαγωμένα οστά, παλλόμενα σαρκία

Τούτα ήταν το δώρο μου στη μάχη των Κικόνων

Κάποιοι από τους συντρόφους μου

βυθίστηκαν στη λήθη

Δηλητηριασμένοι από το λωτό

πολλών μικρών θανάτων

Κι όταν τάχα με ρώτησαν

ποιο ήταν το όνομά μου

Ένας κανένας απάντησα

και ήταν η μόνη αλήθεια

Διάδρομοι της θάλασσας,

κατάδικου ικρίωμα

Βράχοι καρφωμένοι,

αγάλματα θανάτου

Φυλακές, σπίτια με στέγες χαμηλές

Τούτο το ταξίδι είναι ατελείωτο

Και πού θεός;

Με τσακισμένα γόνατα, πληγωμένη

Να περιφέρω το προσωπείο

μιας ξεχασμένης ζωής

Ξένη εγώ ανάμεσα σε ξένους,

από καιρό νεκρή

Γεύση ιλίγγου τη γλώσσα να χαϊδεύει

Κουρέλια ζητιάνου φωλιά

για χίλιους εφιάλτες

Μα εσύ αναγνώρισες των ματιών μου

το ιδίωμα

Και τρυφερά χαιρέτισες

το απομεινάρι κάποιου που αγαπούσες

Ψιθύρισα τότε εδώ είναι η πατρίδα μου

κι έκρυψα ένα δάκρυ...

Tuesday, March 6, 2007

ΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΙΣ


Αν δεν υπάρχει η αγάπη τότε τί κάνουμε εδώ;

Απλώς αναπνοές, δυο-τρεις μηχανικές κινήσεις, υποκλίσεις όχι ανάταση, μόνο υποκλίσεις;
Ένα παιδί που πετάει μια πέτρα από αγάπη το κάνει.

Από αγάπη για ένα ακαθόριστο όνειρο που είδε..

Πως τάχα υπήρχε ένας καλύτερος κόσμος..